Ένα κονσερβοκούτι στην παραλία από τη μαθήτρια Μαργαρίτα Φούκη

 

Ένα κονσερβοκούτι στην παραλία

Ήταν 7 το πρωί. Ξύπνησα από έναν εφιάλτη και ήθελα να διώξω το άσχημο που είχα δει. Αποφάσισα να πάω στη θάλασσα να κάνω μια βόλτα για να ηρεμήσω. Ήθελα τα κύματα να πάρουν μαζί τους τις κακές σκέψεις. Περπάτησα στη κρύα άμμο που ο ήλιος δεν είχε ξεπροβάλλει για να τη ζεστάνει και μετά έκανα ένα πρωινό μπάνιο στη θάλασσα. Κολύμπησα και είδα μικρά ψάρια και στο τέλος, κάθισα στην άμμο για να δω την ανατολή του ηλίου. Έφτιαξα και ένα κάστρο και όπως σκάλιζα με τα χέρια μου στην άμμο, ξαφνικά ακούμπησα κάτι σκληρό. Είπα στον εαυτό μου «πέτρα θα είναι, μην ανησυχείς». Αλλά συνέχισα να σκαλίζω και σιγά-σιγά άρχισα να βλέπω ένα μικρό κουτί, καστανού χρώματος, σκουριασμένο. Δεν το σκέφτηκα πολύ. Έσκαβα όλο και πιο γρήγορα, γιατί ήθελα να δω τι ήταν αυτό το κουτί και αν είχε περιεχόμενο, πριν μαζευτεί πολύς κόσμος και φανώ περίεργη. Μετά από λίγο έβγαλα το μικρό τετραγωνικό, σκουριασμένο κουτί και το άνοιξα με ένα τσιμπιδάκι που τύχαινε να έχω στη τσάντα θαλάσσης μου. Το περιεχόμενο με παραξένεψε. Έμεινα άφωνη και χωρίς να το σκεφτώ πολύ, πήρα το κουτάκι στο σπίτι μου να το εξετάσω καλύτερα. Μέσα είχε ένα γράμμα με καλλιγραφικά γράμματα και από πάνω του βρίσκονταν μαύρες πέτρες με σύμβολα. Το γράμμα αν και με δυσκόλεψε να το κατανοήσω έλεγε ποια ήταν η σωστή σειρά με την οποία έπρεπε να είναι τοποθετημένες οι πέτρες. Τις τοποθέτησα γρήγορα-γρήγορα στη σωστή σειρά και το μήνυμα παρέπεμπε σε ένα είδους «πάρε με όταν φτάσεις». Το κατάλαβα καθώς πρώτη ήταν μία πέτρα με σύμβολο ένα τηλέφωνο, δεύτερη ήταν μία με ένα βέλος που έδειχνε μία κυρία, τρίτη στη σειρά ήταν μία πέτρα με ένα πλοίο που ήταν κοντά σε ένα λιμάνι και τέταρτη και τελευταία μία με ένα σπίτι. Μου έκανε εντύπωση το ταλέντο του καλλιτέχνη στη ζωγραφική, αλλά δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί το κουτί ήταν θαμμένο. Πήρα τηλέφωνο την καλύτερη μου φίλη που τρελαινόταν για μυστήρια και την κάλεσα στο σπίτι μου να με βοηθήσει στην εξιχνίαση του μυστηρίου. Μετά από πολλή σκέψη και πολλές υποθέσεις, καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι το κουτί ήταν θαμμένο, γιατί εκείνος που θα έφτανε, δεν της τηλεφώνησε ποτέ. Λογικά χάθηκε στη θάλασσα και η γυναίκα έθαψε το κουτί, αντί για τη σωρό που δεν βρέθηκε ποτέ. Με την φίλη μου κλάψαμε πάνω από το κουτί, γιατί μας θύμισε τη τραγωδία στα Τέμπη που συνέβη πριν λίγο καιρό και αποφασίσαμε να επιστρέψουμε στη παραλία για να ξαναθάψουμε το κουτί. Αυτό ήταν το σωστό. Αυτή η εμπειρία έμεινε ανεξίτηλη στη μνήμη μου και με στιγμάτισε. Απορώ πώς θα ένιωσε αυτή η κυρία που έχασε τον αγαπημένο/γιο/ανιψιό/ξάδελφο/εγγόνι της. Δεν θέλω καν να το σκέφτομαι. Απλά τη λυπάμαι. Αλλά λυπάμαι και τον άνδρα που χάθηκε στο πέλαγος άδικα.

Μία ιστορία από τη μαθήτρια Μαργαρίτα Φούκη

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις